παρατιμονιά

παρατιμονιά
η
1. διάπραξη λάθους στον χειρισμό τού τιμονιού, στραβοτιμονιά
2. μτφ. εσφαλμένη ή αξιοκατάκριτη πράξη, λανθασμένη ενέργεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)-* + τιμόνι + κατάλ. -ιά].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • παρατιμονιά — η 1. λάθος χειρισμός του τιμονιού, στραβοτιμονιά: Με μια παρατιμονιά το αυτοκίνητο βγήκε από το δρόμο. 2. μτφ., κακή, άστοχη ενέργεια, απρόσεχτος χειρισμός υπόθεσης: Πρόσεχε, γιατί μια παρατιμονιά στο εμπόριο πληρώνεται με καταστροφή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παρατιμονιάζω — [παρατιμονιά] 1. κάνω λάθος στον χειρισμό τού τιμονιού, στραβοτιμονιάζω 2. μτφ. κάνω λανθασμένη ή αξιοκατάκριτη πράξη …   Dictionary of Greek

  • παροιάκιση — η ναυτ. η εκτροπή τού πλοίου από την καθορισμένη πλεύση του από απροσεξία ή κακό χειρισμό τού τιμονιού, τού οίακα, στραβοτιμονιά, παρατιμονιά, στραβοτιμόνιασμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < παροιακίζω. Η λ., στον λόγιο τ. παροιάκισις, μαρτυρείται από το 1887… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”